
Με αφορμή την παρουσίαση της έκθεσης πεπραγμένων της Αρχής για το 2008, ο κ. Γεραρής αμφισβήτησε, εμμέσως πλην σαφώς, τη γνωμοδότηση του πρώην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Γ. Σανιδά, που επιτρέπει στις Αρχές, όταν έχουν υποψίες ότι έχει διαπραχθεί οποιοδήποτε αδίκημα μέσω Διαδικτύου, να ενημερώνονται άμεσα για τα εξωτερικά δεδομένα μιας επικοινωνίας (αριθμός κλήσης, στοιχεία συνομιλούντων, ώρα και θέση κλήσης κ.λπ.). Αν και σημείωσε ότι δεν γνωρίζει επακριβώς το περιεχόμενο της γνωμοδότησης, αναφέρθηκε στην κοινοτική οδηγία 58/2002, που ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη, με τον νόμο 3471/2006 (για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών) και κατοχυρώνει το απόρρητο των εξωτερικών στοιχείων της ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Κατά την άποψή του, πρέπει να γίνει ρύθμιση για την τροποποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας, υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπει το άρθρο 19 του Συντάγματος, διαφορετικά θα υπάρξουν προβλήματα.
Πάντως, ο Γ. Σανιδάς ξεπερνά τον «σκόπελο» του άρθρου 19, εκτιμώντας ότι προστατεύει μόνον το περιεχόμενο και όχι τα εξωτερικά στοιχεία της επικοινωνίας και κατά συνέπεια δεν χρειάζεται νομοθετική παρέμβαση. Οσον αφορά τις νομοθετικές διατάξεις που προωθεί η κυβέρνηση για την προληπτική και εκτεταμένη λειτουργία των καμερών σε όλους τους δημοσιους χώρους και τη λήψη DNA χωρίς δικαστικές εγγυήσεις, ο κ. Γεραρής είπε ότι, αν και είναι πολύ ασφυκτικά τα χρονικά περιθώρια που έχει η Αρχή για να αποφανθεί για ένα τόσο σοβαρό θέμα, η σχετική γνωμοδότηση θα εκδοθεί εντός του Ιουλίου. Το κρίσιμο ζήτημα που θα εξεταστεί είναι κατά ποσό είναι συμβατές με το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ οι κυβερνητικές ρυθμίσεις που εξαιρούν από τον έλεγχο της Αρχής τη λειτουργία των καμερών. Στο πλαίσιο αυτό, ζήτησε από την Πολιτεία να σεβαστεί τις γενικές αρχές του Δικαίου στα μέτρα για τη δημόσια ασφάλεια. Να είναι δηλαδή πραγματικά αναγκαία και όχι απλώς χρήσιμα.
0 ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΩΝ:
Δημοσίευση σχολίου