Στη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με την τρόικα, που θα πραγματοποιηθεί στα τέλη Σεπτεμβρίου, αναμένεται να τεθεί το θέμα παράτασης της προστασίας της κύριας κατοικίας οφειλετών με αποδεδειγμένη αδυναμία να ανταποκριθούν στις δανειακές τους υποχρεώσεις προς τις τράπεζες.
Η κυβέρνηση δέχεται ήδη εισηγήσεις για παράταση της απαγόρευσης για έναν τουλάχιστον χρόνο, με βάση συγκεκριμένα κριτήρια και προϋποθέσεις. Σύμφωνα μάλιστα με τις σχετικές εισηγήσεις, θα πρέπει να προχωρήσει στη σχετική θεσμοθέτησή της ακόμη και χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της τρόικας, στην οποία, όπως επιμένουν πηγές του υπουργείου Ανάπτυξης, το θέμα δεν τέθηκε στην πρόσφατη διαπραγμάτευση του Παρισιού.
Ασφαλείς πληροφορίες επισημαίνουν ότι το θέμα για την τρόικα θεωρείται casus belli, επομένως, οποιαδήποτε αναφορά απεφεύχθη, καθώς θα υπονόμευε τη διαπραγμάτευση για τις φορολογικές ελαφρύνσεις.
Ο πρόσφατος νόμος 4224 του 2013 προστατεύει την κύρια κατοικία από πλειστηριασμούς έως τα τέλη του 2014 για εκείνους με οφειλές που βρίσκονται στο στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης και με την προϋπόθεση ότι όσοι εμπίπτουν στις διατάξεις του νόμου έχουν υποβάλει σχετική αίτηση προς τις τράπεζες.
Τα κριτήρια που προβλέπει ο νόμος προϋποθέτουν το καθαρό εισόδημα του οφειλέτη, όπως αυτό διαμορφώνεται μετά την αφαίρεση των κρατήσεων υπέρ ασφαλιστικών και φορολογικών εισφορών, να μην υπερβαίνει τα 35.000 ευρώ, η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας να είναι έως 200.000, η συνολική αξία της κινητής και ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη να είναι μικρότερη ή ίση των 270.000 ευρώ και το σύνολο των καταθέσεων και των κινητών αξιών που έχει στην κατοχή του να μην υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ.
Τα όρια αυτά ισχύουν προσαυξημένα κατά 10% για οικογένειες που βαρύνονται με τρία ή περισσότερα παιδιά, για τα άτομα ή γι’ αυτούς που βαρύνονται με άτομα με αναπηρία άνω του 67%.
Τα τελικά στοιχεία περιορίζουν τον αριθμό των αιτήσεων στις 25.000, περίπου, αλλά από την εξέταση των υποθέσεων αυτών, επιβεβαιώνεται ακόμη μικρότερος αριθμός περιπτώσεων που εμπίπτουν στον νόμο, περιορίζοντας τον τελικό αριθμό των δικαιούχων.
Τα ίδια στοιχεία κάνουν λόγο για 5.700 οφειλές, οι οποίες ρυθμίστηκαν με βάση τις ευνοϊκές διατάξεις του νόμου, που προβλέπουν ότι οι οφειλέτες μπορούν να πληρώνουν κάθε μήνα το 10% του μηνιαίου εισοδήματος, εφόσον αυτό δεν ξεπερνάει τα 15.000 ευρώ και ποσοστό 20% για το υπερβάλλον.
Σε κάθε περίπτωση η απαγόρευση των πλειστηριασμών και ως εκ τούτου η ισχύς του νόμου λήγει στο τέλος Δεκεμβρίου και στη συνέχεια οι περιπτώσεις αυτές θα πρέπει να επανεξεταστούν από τις τράπεζες με βάση όσα προβλέπει ο Κώδικας Δεοντολογίας που εξέδωσε η Τράπεζα της Ελλάδος, και ο οποίος ενεργοποιείται από τις αρχές του 2015.
Από αυτή την ημερομηνία και μετά, τον λόγο παίρνουν οι τράπεζες, οι οποίες αξιοποιώντας τα εργαλεία που δίνει ο Κώδικας σε συνδυασμό με τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης και το κατά πόσο ο οφειλέτης είναι συνεργάσιμος, καλούνται να επαναξιολογήσουν την οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη.
Στόχος της ρύθμισης ήταν ουσιαστικά να αναβιώσει ένας περιορισμένος αριθμός δανείων, που είχαν πάψει να εξυπηρετούνται για μακρύ χρονικό διάστημα και ως εκ τούτου οι οφειλές αυτές είχαν φτάσει στο στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης.
Η περιορισμένη προσφυγή στις ευνοϊκές διατάξεις του νόμου ερμηνεύεται και από τη γενικευμένη χρήση του νόμου Κατσέλη, στον οποίο έχουν προσφύγει 130.000 δανειολήπτες, ζητώντας ρύθμιση ή διαγραφή των οφειλών τους.
Η μαζική προσφυγή στον νόμο Κατσέλη έχει προκαλέσει συμφόρηση στα ειρηνοδικεία της χώρας και είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ σύμφωνα με τον νόμο η επικύρωση της αίτησης θα πρέπει να προσδιοριστεί εντός διμήνου, μόλις στο 0,63% των περιπτώσεων τηρείται η προθεσμία από τα ειρηνοδικεία της Αττικής, ποσοστό που φθάνει το 4,83% στην υπόλοιπη χώρα.
0 ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΩΝ:
Δημοσίευση σχολίου