Η εικόνα στις αγορές είναι ευνοϊκή: το ελληνικό Δημόσιο αντλεί κεφάλαια με επιτόκια που βρίσκονται κοντά στα χαμηλότερα της τελευταίας διετίας και με «μαξιλάρι» ασφαλείας το μικρό πλέον spread έναντι του γερμανικού 10ετούς. Οι πρόσφατες εκδόσεις προσελκύουν ισχυρό ενδιαφέρον, ενώ οι αποδόσεις κινούνται αισθητά κάτω από το 4%, επιβεβαιώνοντας ότι το ρίσκο χώρας έχει υποχωρήσει.
Οι θετικοί αυτοί δείκτες, όμως, έρχονται μαζί με «αστερίσκους». Διεθνείς οργανισμοί υπενθυμίζουν ότι η χαμηλή χρηματοδότηση δεν είναι δεδομένη: μια αναζωπύρωση του πληθωρισμού, πιο αυστηρή νομισματική πολιτική ή αναταράξεις στην ευρωζώνη μπορούν να ανεβάσουν το κόστος δανεισμού. Παράλληλα, η επιστροφή σε σφιχτότερους δημοσιονομικούς κανόνες καθιστά κρίσιμη τη διατήρηση αξιόπιστων πρωτογενών πλεονασμάτων.
Στο εσωτερικό μέτωπο, οι πιέσεις παραμένουν: το υψηλό δημόσιο χρέος απαιτεί συνεχή πειθαρχία, το εξωτερικό ισοζύγιο χρειάζεται περαιτέρω βελτίωση για να μειωθεί η εξάρτηση από κεφάλαια του εξωτερικού, ενώ η οικονομία οφείλει να τρέξει μεταρρυθμίσεις που θα στηρίξουν διατηρήσιμη ανάπτυξη και επενδύσεις. Η πρόκληση είναι διπλή: να αξιοποιηθεί το σημερινό «παράθυρο» φθηνής χρηματοδότησης, χωρίς να χαθεί η εγρήγορση απέναντι στους κινδύνους κύκλου.
Το συμπέρασμα για την αγορά: ναι, το ελληνικό ρίσκο τιμολογείται πλέον χαμηλά — αλλά η αποτίμηση αυτή «κρατιέται» μόνο όσο η χώρα παραδίδει δημοσιονομικά αποτελέσματα, βελτιώνει την παραγωγικότητά της και θωρακίζει τις ισορροπίες της οικονομίας. Σε διαφορετική περίπτωση, οι αποδόσεις μπορούν να «θυμηθούν» γρήγορα τα παλιά.
0 ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΩΝ:
Δημοσίευση σχολίου