Πρέπει ως ευρωπαϊκή οντότητα να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις των αγορών», δήλωσε ο κ. Μπαρόζο σε πρόσφατη παρέμβασή του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 16ης -17ης Δεκεμβρίου 2010.
Στην «Καθημερινή» της 28-11-10 γραφόταν: «Εν τούτοις οι αγορές ακόμη αμφιβάλλουν τόσο για την αποφασιστικότητα της ΕΕ όσο και για την αποτελεσματικότητα των εργαλείων της». Και ακόμη: «Υποπτεύεται κανείς λοιπόν ότι οι αγορές θα απορρίψουν τις ευρωπαϊκές μωρολογίες». Στην «Ελευθεροτυπία» της 24-11-10 γράφεται ότι η πρόταση της Μέρκελ για «συμμετοχή των επενδυτών» στο μηχανισμό στήριξης «εξοργίζει τις αγορές». Επισημαίνεται ακόμη πως «όσο καθυστερεί η εφαρμογή ενός μνημονίου για την Ιρλανδία τόσο θα αυξάνονται οι κίνδυνοι να δεχτούν επιθέσεις από τις αγορές και η Πορτογαλία με την Ισπανία». Και όπως σημειώνεται στην «Καθημερινή» της 24-11-10, «πλέον κανείς δεν σκέφτεται ότι ο ευρωπαϊκός μηχανισμός στήριξης με τα 750 δισ. ευρώ είναι ικανός να ”τρομάξει” τις αγορές». Και -με δραματικό τόνο- στο ίδιο: ότι «αν η Μαδρίτη αποκλειστεί από τις αγορές, τότε η Ευρωπαϊκή Ενωση θα βιώσει ”κρίση επιβίωσης”, όπως προειδοποίησε ο πρόεδρός της». Παρόμοιου είδους αναφορές συναντούμε καθημερινά σ’ όλο τον Τύπο (έντυπο και ηλεκτρονικό) και γενικά σ’ ό,τι λέγεται και γράφεται επί του θέματος. Νομίζω ωστόσο ότι οι προηγούμενες αρκούν για να δώσουν μια ιδέα περί του πώς αντιμετωπίζεται το ζήτημα.
Οι αγορές λοιπόν αμφιβάλλουν, απορρίπτουν, εξοργίζονται, επιτίθενται σε χώρες, δεν τρομάζουν από μέτρα, απειλούν την ΕΕ με κρίση επιβίωσης και συνεπώς οφείλουμε, κατά πώς λέει ο Μπαρόζο, να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις τους. Το πρώτο ερώτημα εδώ αφορά το τι εννοείται με τον όρο. Ποιες είναι, τέλος πάντων, αυτές οι «αγορές»; Εχουν πράγματι τόση ισχύ; Κι αν την έχουν, πώς την αποκτήσανε; Με ποιον τρόπο λειτουργούν, με τι στόχους, σκοπούς κ.λπ. κ.λπ.;
Ο τρόπος που σερβίρεται το ζήτημα παραπέμπει σε κάτι αφηρημένο, αόρατο και μυστηριακό. Ενα φαινόμενο περίπου φυσικό, που η ισχύς του έχει «αντικειμενικό» χαρακτήρα και απέναντι στο οποίο δεν μπορεί κανείς να κάνει τίποτα άλλο από το να συμμορφώνεται στις υπαγορεύσεις και τις απαιτήσεις του. Αυτό το τελευταίο -τη συμμόρφωση- υπηρετεί αυτή η ομιχλώδης παρουσίαση (συγκάλυψη) του όλου θέματος. Η πραγματικότητα βέβαια δεν είναι και τόσο… μυστηριώδης. Αρκεί κανείς να δώσει συγκεκριμένη μορφή σ’ αυτούς που βρίσκονται πίσω από τον αφηρημένο όρο «αγορές» για να μπουν τα πράγματα στη θέση τους και ν’ αρχίσει να αντιλαμβάνεται ο καθείς περί τίνος πρόκειται.
Εν προκειμένω λοιπόν οι αγορές αποτελούνται από τους… κατόχους κεφαλαίων. (Το αν αυτά απεικονίζονται σε χρήμα, καταθέσεις, μετοχές, ομόλογα και πάσης φύσεως τίτλους είναι άλλο θέμα, όπως επίσης άλλο θέμα το σε ποια κλίμακα αντιστοιχούν σε πραγματικές αξίες). Πιο συγκεκριμένα, οι τράπεζες, οι χρηματιστικοί οίκοι, οι διάφοροι μηχανισμοί «αξιολόγησης» και όλοι όσοι εν γένει κατέχουν, διαχειρίζονται και ελέγχουν την κίνηση κεφαλαίων. Ή, για να το πούμε με την παλιά, «ξύλινη» αλλά σαφέστατη γλώσσα, το τραπεζικό χρηματιστικό κεφάλαιο.
Ποιος χρωστάει σε ποιον
Οι «αγορές» λοιπόν ως κάτοχοι κεφαλαίων τα διακινούν, «δανείζουν», χρεώνουν, πιέζουν, απειλούν. Πώς και γιατί, αλήθεια; Η όλη συζήτηση όπως διεξάγεται στη χώρα μας με εφευρήματα όπως το «καταναλώνουμε περισσότερα απ’ όσα παράγουμε» ή και χυδαιότητες τύπου Πάγκαλου «μαζί τα φάγαμε» συσκοτίζει παρά αναδεικνύει την ουσία του ζητήματος. Ας το δούμε λοιπόν στην ευρύτερη διάστασή του. «Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ -γράφει η «Καθημερινή» στις 28-11-10- στο σύνολο των βιομηχανικών κρατών το χρέος θα ξεπεράσει το 100% του ΑΕΠ εντός του 2010. Οι προβλέψεις της Τράπεζας Διεθνών Διευθετήσεων (BIS) -κάτι σαν υπερτράπεζα των κεντρικών τραπεζών- για το 2010 είναι οι εξής: Ιαπωνία 204% του ΑΕΠ, Ιταλία 130%, ΗΠΑ και Γαλλία 100%. Οσο για το 2020, η κατάσταση προβλέπεται εφιαλτική, σε πείσμα των οδυνηρών μέτρων λιτότητας, Ιαπωνία 300%, Βρετανία 200%, Βέλγιο, Γαλλία, Ιρλανδία, Ελλάδα, Ιταλία και ΗΠΑ 150%». Και ακόμη: «Η άνοδος των ιρλανδικών και πορτογαλικών spreads -γράφει ο Μ. Λίτσης στην «Ελευθεροτυπία» της 16-11-10- έρχεται να μας υπενθυμίσει ότι η κρίση χρέους δεν είναι ελληνική αλλά ευρωπαϊκή και διεθνής. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ, οι κυβερνήσεις των αναπτυγμένων οικονομιών θα χρειαστεί να δανειστούν το ιλιγγιώδες ποσόν των 10,2 τρισ. δολαρίων(!) το 2011 όχι για να δημιουργήσουν κάποιες συνθήκες ανάπτυξης αλλά για να αναχρηματοδοτήσουν παλαιότερα χρέη και να καλύψουν τις τρύπες των ελλειμμάτων».
Εδώ βλέπουμε κάτι «παράξενο». Ολες οι χώρες του κόσμου και μάλιστα οι πιο αναπτυγμένες (και «νοικοκυρεμένες») χρωστάνε στις «αγορές» κάποια ιλιγγιώδη ποσά. Πώς και γιατί, αλήθεια;
Το πρώτο που μπορεί να διαπιστώσει κανείς είναι το πόσο αυθαίρετο και γελοίο είναι εκείνο το «καταναλώνουμε περισσότερα απ’ όσα παράγουμε». Το να καταναλώνει όλος ο κόσμος περισσότερα απ’ όσα παράγει όλος ο κόσμος απλώς δεν γίνεται. Τελεία. Από εκεί και πέρα, το πώς γίνεται να «χρωστάνε» όλες οι χώρες αυτά τα ποσά συνδέεται με την όλη εκμεταλλευτική λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος ιδιαίτερα όπως έχει διαμορφωθεί στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο και περισσότερο τις τελευταίες δεκαετίες. Εδώ θα περιοριστώ σε μια επίκαιρη και χαρακτηριστική έκφραση του πράγματος. Στην πρόσφατη κρίση (2008) η αμερικανική κυβέρνηση διέθεσε ένα τρισ. δολάρια για τη διάσωση του τραπεζικού χρηματιστικού συστήματος των ΗΠΑ. Ανάλογα ποσά και στα μέτρα της η καθεμία διέθεσαν για τον ίδιο σκοπό όλες σχεδόν οι χώρες του κόσμου. Το πιο εκπληκτικό μάλιστα εδώ είναι ότι αυτές που βγαίνουν «χρεωμένες» από αυτή τη συναλλαγή είναι οι… χώρες (τα κράτη). Δηλαδή τα κράτη παρέχουν κεφάλαια στις «αγορές» για να τα δανειστούν μετά απ’ αυτές και να βγαίνουν υπερχρεωμένα. Βεβαίως αυτοί που πληρώνουν το λογαριασμό δεν είναι εκείνοι που ρυθμίζουν την τέτοια λειτουργία «της οικονομίας» αλλά οι εργαζόμενες λαϊκές μάζες. Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος ύπαρξης του τραπεζικού χρηματιστικού συστήματος. Η διαμόρφωση ενός μηχανισμού που θα διασφαλίζει τη ροή αξιών «εκ των κάτω προς τα άνω». Από τους εργαζόμενους στο κεφάλαιο, από τις εξαρτημένες χώρες στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις και κατά κύριο λόγο στη Γουόλ Στριτ και το Σίτι.
Με βάση αυτά τα δεδομένα οφείλουμε να δούμε και το ανάλογο ελληνικό πρόβλημα. Εδώ, πέρα από εξυπνακισμούς του τύπου «καταναλώσαμε περισσότερα» ή την παγκαλική αναισχυντία, σαν πιο συνεπής ακούγεται η άποψη πως κάποιοι «τα φάγανε» και τώρα καλούνε το λαό να πληρώσει. Τα πυρά επικεντρώνονται στους πολιτικούς, τα λαδώματα, τις μίζες κ.λπ. (όρα και τα γνωστά σκάνδαλα). Κατ’ αρχάς απόλυτα δικαιολογημένη η οργή απέναντι στους «εκπροσώπους του έθνους». Μόνο που όταν το ζήτημα περιορίζεται σ’ αυτή την πλευρά λειτουργεί και ως συγκάλυψη των πραγματικών διαστάσεων του προβλήματος. Τα πράγματα είναι απλά. Για να πάρει ένας πολιτικός μια μίζα χρειάζεται κάποιος να του τη… δώσει. Κι αυτός ο κάποιος όταν δίνει δέκα ο μόνος λόγος που το κάνει είναι για να φάει εκατόν δέκα.
Η κριτική λοιπόν που περιορίζεται στις -υπαρκτές- ευθύνες των πολιτικών στην ουσία αφήνει στο απυρόβλητο τα μεγάλα αρπακτικά. Δηλαδή το ντόπιο και ιδιαίτερα το ξένο κεφάλαιο που άλλωστε έχει αρπάξει (και συνεχίζει να αρπάζει) τη μερίδα του λέοντος. Εχουν μάλιστα τόσο αποθρασυνθεί από την ασυλία που απολαμβάνουν, ώστε να εμφανίζονται και ως τιμητές, «απαιτώντας» την «εξυγίανση» του δημόσιου βίου και το χτύπημα της διαφθοράς. Το τι πραγματικά θέλουν φαίνεται πεντακάθαρα στις υπαγορεύσεις της «τρόικας», ενώ αποκαλυπτική είναι η «αγωνία» του ολλανδού υπουργού Οικονομικών. «Εάν επιτρέψουμε(!) στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου να υποτιμήσουν τα νομίσματά τους -κάτι που θα συμβεί εάν εκδιωχθούν από το ευρώ- θα χτυπηθούν οι εξαγωγές μας και η οικονομία μας» («Ελευθεροτυπία» 24-11-10).
Αυτό λοιπόν που βγαίνει σαν συμπέρασμα με βάση αυτά που αναφέρθηκαν (και πολλά που δεν αναφέρθηκαν) είναι πως αυτό που πρέπει να «εγγράψουν» οι λαοί στους δικούς τους λογαριασμούς είναι πως δεν χρωστάνε αυτοί στο σύστημα, αλλά το σύστημα σ’ αυτούς. Αυτός άλλωστε είναι ο μόνος λογαριασμός που έχουν να «εξοφλήσουν» οι λαοί με το δικό τους τρόπο και μόλις συγκροτηθούν σε δύναμη ικανή να το πράξει.
Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2011
SHARE
Author: ellinas verified_user
Ο ΕΛΛΗΝΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ ΔΙΑΤΗΡΕΙ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΟ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ, ΤΟ ΕΘΝΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΜΙΑ ΟΝΤΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΣΚΕΦΤΕΤΑΙ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΤΑΘΕΤΕΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΝΑ ΚΡΙΤΙΚΑΡΕΙ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ
0 ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΩΝ:
Δημοσίευση σχολίου